ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΓΩΝΩΝ


powered by Agones.gr - Stoixima

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

2020 ΕΥΧΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΠΗ ΠΙΤΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΝΘΡΑΚΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ Ν.ΕΛΛΑΔΑΣ


Την Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020 το απόγευμα, στο μεζεδοπωλείο Παπαγάλος στην Καλλιθέα, η Πανθρακική Ομοσπονδία Νότιας Ελλάδας έκοψε την καθιερωμένη πίτα της νέας χρονιάς 2020.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν εκπρόσωποι της Πολιτείας, του Δήμου Καλλιθέας και όλων των Θρακικών Συλλόγων Αττικής.
Το φλουρί έπεσε στον Πρόεδρο του Συλλόγου Τριγώνου Ν. Έβρου Αθήνας Χρήστο Δεληδήμου που του δόθηκε αναμνηστική κούπα για τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της Θράκης.
Μετά το σύντομο χαιρετισμό και απολογισμό από την Πρόεδρο της Ομοσπονδίας Χριστίνα Αθανασιάδου ακολούθησε χορός και κέφι μέχρι αργά το βράδυ με τους ήχους Θρακιώτικης μουσικής. 
Μια ξεχωριστή εκδήλωση που έφερε κοντά παλιούς και νέους φίλους της Θράκης μας.

Δείτε το video :
Χρόνια Πολλά με μια καλή και ευλογημένη καινούργια χρονιά … και του χρόνου Θρακιώτες μας.







Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020

ΜΠΑΚΛΑΧΟΡΑΝΙ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΤΩΝ ΡΩΜΙΩΝ


Μπορεί ένας εύζων με φουστανέλα και τσαρούχια να κυκλοφορεί στην Κωνσταντινούπολη; Βεβαίως. Τις απόκριες! Η πανάρχαια ανάγκη του ανθρώπου πίσω από τη μάσκα να προβάλει, να σατιρίσει και να καυτηριάσει στραβά κι ανάποδα της ζωής λυτρώνει την κοινωνία από πολλές εντάσεις.

Έχω δει στα καστοριανά ραγκουτσάρια αξιοπρεπέστατους ανθρώπους διονυσιασμένους, κυριολεκτικά, να τραγουδούν σκωπτικά άσματα «κατωτάτου επιπέδου» και το επόμενο πρωί, οχυρωμένοι μέσα στο σκούρο κοστούμι τους, να εφορμούν στις ασχολίες ενός απολύτως συντηρητικού βίου. Άλλωστε και στο θέατρο το ίδιο κάνουμε. Πίσω από έναν ρόλο μιλούμε για οικεία κακά, «χωρίς παρεξήγηση» κυριολεκτικά.

Η ρωμιοσύνη της Κωνσταντινούπολης, λοιπόν, είχε από παλιά το δικό της καρναβάλι. Μπακαλχοράνι λεγότανε και ο τόπος όπου λάβαινε χώρα πάντα την Καθαρά Δευτέρα ήταν τα Ταταύλα ή Κουρτουλούς.

Μια συνοικία κοντά στο Πέρα, εξαιρετικά ανηφορική. Δεν ανεβαίνεις εύκολα τη μεγάλη ανηφόρα, ε ξου και το «Καροτσέρη τράβα να πάμε στα Ταταύλα». Στο ψηλότερο σημείο υπάρχουν οι ναοί του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Αθανασίου. Ανάμεσά τους ατέλειωτα μποστάνια παλιότερα, πυκνή δομή πολυκατοικιών σήμερα. Τα Ταταύλα, ήταν μια συνοικία αποκλειστικά ελληνική, σύμφωνα με οθωμανικό φιρμάνι. Έντονη ήταν πάντα και η πνευματική της ζωή. Από τον 19ο αιώνα δίνονταν παραστάσεις θεατρικών έργων, γίνονταν εκδόσεις βιβλίων συγκεντρώνοντας πλήθος φιλότεχνων και διανοουμένων της εποχής. Ονομαστές και με σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα, ήταν η «Φιλανθρωπική Αδελφότης Ταταούλων» καθώς και η «Φιλόπτωχος Αδελφότης Ταταούλων». Δραστήρια θεατρικά συγκροτήματα, όπως ο «Ελληνικός Αγαθοεργός Θίασος Ταταούλων», και το «Εαρινόν Θέατρον Ταταούλων» συμπλήρωναν την πνευματική ζωή της διάσημης ακόμα και σήμερα γειτονιάς της Βασιλεύουσας.

Πολλές ερμηνείες υπάρχουν για την ονομασία των αποκριάτικων αυτών γιορτών. «Μπακλά» στα τούρκικα σημαίνει κουκιά. «Xoρντάν» στα περσικά σημαίνει τρώω. Αλλά και το «χορόν» σημαίνει τον κυκλικό χορό. Και στήνονταν τρικούβερτοι χοροί από Ταταυλιανούς και λοιπούς Ρωμιούς της Πόλης στο ξέφωτο του Αϊ -Δημήτρη, εκεί που είναι σήμερα το τέρμα των λεωφορείων. Το χασαποσέρβικο, τα ρεμπέτικα και βέβαια τα πολίτικα τραγούδια ξεσήκωναν όχι μόνο τους Ρωμιούς αλλά και μουσουλμάνους και Εβραίους που συμμετείχαν. Στο Μπακαλχοράνι εμφανίζονταν όχι μόνο μουσικοί αλλά και ζογκλέρ, λατέρνες και άρματα καρναβαλιστών. Μασκαρεύονταν ομαδικά και κάθε γειτονιά, φρόντιζε ώστε να ξεχωρίσει σε χιούμορ και πρωτοτυπία. Έλληνες λήσταρχοι με φουστανέλες και φέσια εμφανιζόντουσαν, γιατροί που εξέταζαν «αρρώστους» και ξεγεννούσαν «ετοιμόγεννες» στη μέση του δρόμου, κηδείες με «φέρετρα», «παπάδες» κι «εξαπτέρυγα» παρήλαυναν, ενώ το ρακί έρεε άφθονο! Τα φαγητά ήταν νηστίσιμα, ενώ στις πλαγιές των Ταταύλων γινόταν και το πέταγμα του «ουτσουρμά», δηλαδή του χαρταετού.
Όπως κάθε τέτοιου είδους εκδήλωση, έτσι και αυτές οι πολίτικες απόκριες δεν μπορούσε παρά να θεωρούνται κακόφημες για τις «καλές οικογένειες» της Πόλης. Αυτές έδιναν συνήθως δεξιώσεις στα σπίτια τους ή έπαιρναν μέρος σε χορούς μέσα σε κοινοτικές αίθουσες ή πολυτελή κέντρα.

Στην κορυφή των Ταταύλων, όμως Ρωμιοί παρέα με Τούρκους, Εβραίους, αλλά και μέλη άλλων εθνοτήτων, γλεντούσαν και πίσω από το μασκάρεμα εκείνης της ημέρας έκαναν τη δική τους κριτική στα καλά και τα δύσκολα της ζωής.

Το Μπακαλχοράνι άρχισε γύρω στα 1920 να φθίνει ώσπου στα 1941 έσβησε τελείως. Όμως, όπως όλα τα δυνατά στοιχεία του κοινωνικού βίου, έτσι κι αυτό, είχε αφήσει πίσω του μια φήμη δυνατή που πυροδοτούσε τη νοσταλγία. Οι παλιοί Ρωμιοί της Πόλης, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν τα τελευταία χρόνια εκεί αλλά και Τούρκοι νοσταλγοί του ρωμαίικου καρναβαλιού, το αποζήτησαν και το ζωντάνεψαν ξανά. Το 2009 και ακόμα το 2010 στο πλαίσιο της Κωνσταντινούπολης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας το Μπακαλχοράνι ξαναζωντάνεψε!

Πρωτεργάτες δύο Ελλαδίτες που ζουν στην Πόλη και ένας Τούρκος. Η Μαρίνα Δρυμαλίτου, ο Χάρης Θεοδωρέλης, καθηγητής Λατινικών στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και συνιδρυτής του ελληνοτουρκικού ρεμπέτικου συγκροτήματος Ταταυλιανό Κέφι (Tatavla Keyfi) και ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Κουρτουλούς (Ταταύλα) που έζησα» Χουσεΐν Ιρμάκ.

Ντύθηκαν ξανά αποκριάτικες στολές λοιπόν, παρέλασαν, ρεμπέτικες κομπανίες σκόρπισαν το κέφι, πήρε μέρος και το χορευτικό συγκρότημα της Μεγάλης του Γένους Σχολής, ενώ «ενισχύσεις» από τη Θεσσαλονίκη κυρίως συμμετείχαν στα γλέντια.

Tο Μπακαλχοράνι θα ζωντανέψει ξανά και την Καθαρή Δευτέρα του 2014 στα Ταταύλα. Παράλληλα, στην αίθουσα της Βουλγάρικης Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη, το Ζάππειο Σχολείο, υπό την αιγίδα του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, διοργάνωσε αποκριάτικο ξεφάντωμα, ενώ ο Σύνδεσμος Αποφοίτων του σχολείου, έστησε ξεχωριστά τη δική του αποκριάτικη γιορτή. Στις 2 Μαρτίου, ο Μορφωτικός Σύνδεσμος Μοδίου και η Φιλόπτωχος Αδελφότητα Χαλκηδόνας διοργανώνουν αποκριάτικο χορό με το συγκρότημα Ταταυλιανό Κέφι.

Δεν σβήνει η σπίθα λοιπόν. Και μακάρι το πατροπαράδοτο γλέντι των Ρωμιών της Πόλης να ζωντανεύει κάθε χρόνο. Είθε, το πατροπαράδοτο Μπακαλχοράνι να διασκεδάζει πάντα τους ανθρώπους και να τους συμφιλιώνει για ό,τι καλό, ό,τι δημιουργικό.






Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

ΜΠΑΚΛΑΧΟΡΑΝΙ … ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ


Ιστορία για το Μπακλοχοράνι

Οι μέρες της Αποκριάς στην Πόλη ήταν ξεχωριστές. Μασκαράδες από όλες τις συνοικίες συγκεντρώνονταν στα Ταταύλα, μία από τις πλέον γνωστές ελληνικές συνοικίες, για ένα γνήσιο λαϊκό γλέντι που ξεκινούσε με τον εορτασμό του Καρναβαλιού και κορυφωνόταν με το «Μπακλχοράνι» της Καθαράς Δευτέρας.

Στα σπίτια οι Πολίτισσες νοικοκυρές ετοίμαζαν κεράσματα, καθώς όλο και κάποιος γείτονας, φίλος ή συγγενής θα ερχόταν μασκαρεμένος -μέρες που ήταν- για επίσκεψη. Η «καθωσπρέπει» αστική τάξη, ιδίως στο Πέρα, οργάνωνε χορούς και δεξιώσεις στα σπίτια και σε διάφορες κοινοτικές αίθουσες και πολυτελή κέντρα, παράδοση που αν και πλήρως εξασθενημένη σε σύγκριση με το παρελθόν κατάφερε να φθάσει έως και τις ημέρες μας στην ολιγομελή πλέον ελληνική μειονότητα.

Ωστόσο, η αποκριάτικη διασκέδαση των λαϊκών στρωμάτων - αν και «κακόφημη» για την «καλή κοινωνία της Πόλης- ήταν σαφώς πιο γνήσια, εύθυμη, πολύχρωμη και πλούσια σε φαντασία.

Ένα ευθυμογράφημα της πολίτικης εφημερίδας «Πρόοδος» του 1918, αποσπάσματα του οποίου αναδημοσίευσε στις 5 Μαρτίου 1995 ο Ριζοσπάστης, μας παρουσιάζει το αποκριάτικο γλέντι των «τουλουμπατζήδων», το άτακτο Σώμα Πυροσβεστών της Πόλης.

«Ο χορός έγινε στο 'κοβούσι' (θάλαμος), με μουσικούς τον Κιορ-Χατζίκη στο ζουρνά και τον Εδιρνέ-Καπουλού Γιοββανάκη στο νταούλι και κυρίαρχο της βραδιάς τον καρσιλαμά (... ). Αντί σαμπάνια υπήρχε μπόλικη γκαζόζα – λεμονάδα».
Την Καθαρά Δευτέρα γινόταν το μεγάλο ξεφάντωμα στα Ταταύλα, το Μπακλαχοράνι. «Οι μασκαράδες από κάθε γειτονιά προσπαθούσαν να παρουσιάσουν κάτι πρωτότυπο πρωτοφανές (...) να γελάσει ο κόσμος. Μερικοί ντυνόντουσαν 'Ελληνες λήσταρχοι' με φουστανέλες και γιαταγάνια. Κάποια άλλη γειτονιά παρίστανε τους χαμάληδες (αχθοφόρους) της Ανατολής, με ενδυμασίες του τόπου. Αλλοι ντυμένοι γιατροί, στη μέση του δρόμου ξεγεννούσαν γκαστρωμένες γυναίκες. Κηδείες με φέρετρα και μέσα πεθαμένους, παπάδες και ξεφτέρια, χήρες και συγγενείς».


Το γλέντι συνοδευόταν φυσικά από μουσική, ατέλειωτο χορό, κυρίως χασαποσέρβικο, και κατανάλωση οινοπνεύματος, κρασί και ούζο (ρακί). Αναπόσπαστο στοιχείο της πολίτικης Καθαράς Δευτέρας, ανάλογο με το έθιμο που υπήρχε σε άλλες περιοχές με ελληνικό πληθυσμό, ήταν και το πέταγμα του «ουτσουρμά», του χαρατετού, από τις πλαγιές των Ταταούλων, περιοχή που την εποχή εκείνη ήταν ακόμη γεμάτη με μποστάνια.
Ο κόσμος συγκεντρωνόταν κυρίως στις ανοικτές εκτάσεις στο τέρμα της συνοικίας, μεταξύ του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Αθανασίου, εκκλησίες που στέκονται όρθιες έως τις ημέρες μας για να μας θυμίζουν εκείνες τις εποχές.

Το έθιμο εξασθένισε στην πορεία του χρόνου ακολουθώντας την φθίνουσα πορεία της ελληνικής μειονότητας.





ΠΗΓΗ: ΟΜΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Τσικνοπέμπτη: Γιατί τσικνίζουμε, τι συμβολίζει η συγκεκριμένη ημέρα


Με ψητό κρέας, μουσική και ποτό υποδέχονται οι περισσότεροι και περισσότερες του «γιορτή» του τσικνίσματος που την ονομάζουμε, Τσικνοπέμπτη.

Η Τσικνοπέμπτη «γιορτάζεται» τη δεύτερη εβδομάδα του Τριωδίου -γνωστής και ως Kρεατινής. Το όνομά της το πήρε επειδή όλοι ψήνουν ή λιώνουν το λίπος από τα χοιρινά και η τσίκνα είναι διάχυτη παντού.

Οι ρίζες του εθίμου

Το έθιμο χάνεται στα βάθη των αιώνων, χωρίς να γνωρίζουμε την προέλευσή του. Εικάζεται, όμως πως προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων, που επιβίωσαν του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με τον λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, το φαγοπότι και το γλέντι της ημέρας είναι «ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης».

Την Τσικνοπέμπτη ξεκινούν ουσιαστικά οι εκδηλώσεις της Αποκριάς, οι οποίες κορυφώνονται με τα Κούλουμα την Καθαρά Δευτέρα. Ανάλογες γιορτές υπάρχουν στη Γερμανία (Schmutziger Donnerstag = Λιπαρή Πέμπτη) και στη Νέα Ορλεάνη των ΗΠΑ (Mardi Gras = Λιπαρή Τρίτη), που συνδυάζονται με καρναβαλικές εκδηλώσεις.

Στο έθιμο της Τσικνοπέμπτης και γενικά στην κρεατοφαγία δείχνουν την αντίθεσή τους οργανώσεις κατά της καταπάτησης των δικαιωμάτων των ζώων.

Η Τσικνοπέμπτη ανά την Ελλάδα

Σύμφωνα με τη λαογραφία την ημέρα της Τσικνοπέμπτης στη Θήβα αρχίζει ο βλάχικος γάμος που ξεκινά με το προξενιό δύο νέων, συνεχίζει με το γάμο και τελειώνει την Καθαρή Δευτέρα με την πορεία των προικιών της νύφης και το γλέντι των συμπεθέρων. Όλες αυτές οι διαδικασίες είναι γεμάτες από σατυρική αθυροστομία, κέφι, γλέντι και χορό.

Ο βλάχικος γάμος είναι κατάλοιπο της πανάρχαιης λατρείας του θεού Διονύσου που διαιωνίζει την οργιαστική θρησκεία του γιου της Σεμέλης στη Θήβα. Το έθιμο αυτό, παραλλαγή ενός γάμου Βλάχων, φέρνει στο προσκήνιο και στο νου του θεατή ένα πλήθος από προβλήματα που ανάγονται στη σχέση του με τα πανάρχαια λατρευτικά έθιμα της Διονυσιακής θρησκείας, στην καταγωγή των «Βλάχων», στη μεταφορά του εθίμου από τις βουνοκορφές της Πίνδου στην πόλη του Κάδμου και πολλά άλλα.

Στην παλαιά πόλη της Κέρκυρας τελούνται τα Κορφιάτικα Πετεγολέτσια ή αλλιώς Κουτσομπολιά ή Πέτε Γόλια. Η πετεγολέτσα, το πετεγουλιό όπως το λένε οι Κερκυραίοι, δεν είναι άλλο από το γνωστότατο κουτσομπολιό. Η πετεγολέτσα πραγματοποιείται το βράδυ της Τσικνοπέμπτης, στην Πιάτσα κοντά στην τοποθεσία «Κουκουνάρα», της πόλης τής Κέρκυρας.

Στην Πάτρα έχουμε το έθιμο της Κουλουρούς. Η Γιαννούλα η Κουλουρού πιστεύει λανθασμένα πως ο Ναύαρχος Ουίλσον είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της και πως έρχεται να την παντρευτεί. Γι’ αυτό ντύνεται νύφη και με τη συνοδεία των Πατρινών πηγαίνει να προϋπαντήσει τον καλό της στο λιμάνι. Γύρω της οι Πατρινοί διασκεδάζουν με τα καμώματά της.

Στις Σέρρες ανάβονται μεγάλες φωτιές στις αλάνες, στις οποίες αφού ψήσουν το κρέας, πηδούν από πάνω τους. Στο τέλος κάποιος από την παρέα με χιούμορ αναλαμβάνει τα «προξενιά», ανακατεύοντας ταυτόχρονα τα κάρβουνα με ένα ξύλο.

Στην Κομοτηνή καψαλίζουν την κότα που θα φαγωθεί την επόμενη Κυριακή (της Αποκριάς). Αυτήν την ημέρα τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια ανταλλάσσουν δώρα φαγώσιμα. Ο αρραβωνιαστικός στέλνει στην αρραβωνιαστικιά του μια κότα, τον κούρκο, και εκείνη στέλνει μπακλαβά και μια κότα γεμιστή. Όλα αυτά πραγματοποιούν την παροιμία πως ο «έρωτας περνάει από το στομάχι».

Στο Ηράκλειο της Κρήτης, μικροί και μεγάλοι περιδιαβαίνουν μεταμφιεσμένοι στους δρόμους και στις πλατείες της πόλης, τραγουδώντας και χορεύοντας.





ΠΗΓΗ: NEWBEST

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2020

Άγιος Θεόδωρος Στρατηλάτης 8 Φεβρουαρίου: Η προσευχή και το μεγάλο θαύμα


«Φοβερός ανεμοστρόβιλος και ραγδαία βροχή χτυπά τους Ρώσους στο πρόσωπο, αφού πριν τους είχε τυφλώσει με σύννεφα σκόνης. Αυτό το απροσδόκητο γεγονός ήδη άρχισε να τους κλονίζει και στη συνέχεια ένα πολύ καταπληκτικότερο θέαμα επισφράγισε τον τρόμο τους.

Εκείνη ακριβώς την ώρα, οι δυο στρατοί είδαν καθαρά, λέγεται, άγνωστο ιππέα αναβάτη λευκού αλόγου να πρωτοστατεί στα ρωμαϊκά τάγματα, με φωνή και με νεύματα να παροτρύνει τους Βυζαντινούς να προελάσουν εναντίον των Ρώσων. Και αυτός ο ίδιος εφορμώντας επανειλημμένα διασπούσε τις τάξεις των Βαράγγων και έσπερνε ανάμεσά τους τον τρόμο.

Η εμφάνιση αυτή τάραξε τις ψυχές και ηλέκτρισε τους Βυζαντινούς επιδρώντας πολύ στην έκβαση της μάχης. Το μυστηριώδη αυτό μαχητή ούτε πριν τον είδε κανένας, ούτε μετά τη μάχη, όταν ο βασιλιάς τον αναζήτησε μάταια σε όλο το στρατόπεδο, για να τον ευχαριστήσει.

Όλοι οι ευσεβείς εκείνοι γιοι της Παρθένου, οι ευλαβείς πολεμιστές του τέλους του δέκατου αιώνα, αρχηγοί και στρατιώτες σχημάτισαν την πεποίθηση ότι ο θαυμάσιος εκείνος ιππέας ήταν ο ένδοξος Μεγαλομάρτυρας Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, ένας από τους μέγιστους στρατιωτικούς αγίους, σεπτός προστάτης των βυζαντινών στρατευμάτων, στους οποίους ήδη πολλές φορές έχοντας φανερωθεί, χάρισε νίκες.

Ο ένας από τους δυο πολεμιστές Αγίους Θεοδώρους – ο άλλος ήταν ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων – που ονομάσθηκαν Καλλίνικοι από τις νίκες, που από αιώνες τους όφειλαν τα βυζαντινά όπλα.
Οι εικόνες τους με τους φωτοστέφανους και πολεμική περιβολή τοποθετούνταν στο Βυζάντιο στις μεγάλες σημαίες στρατών και στόλων. Εκείνη την ημέρα συνέπιπτε η μνήμη του Θεόδωρου του Στρατηλάτη και της ανακομιδής των λειψάνων του.

Εξαιτίας αυτού πίστεψαν αδιάσειστα οι στρατιώτες, ότι ο ουράνιος εκείνος ιππέας δεν ήταν άλλος παρά ο ένδοξος μεγαλομάρτυρας, που σε όλη του τη ζωή υπήρξε στρατιώτης κι ήρθε να αγωνισθεί τον καλό αγώνα για χάρη του Ιωάννη Τσιμισκή, ο οποίος με πολλή ευλάβεια συνήθιζε να τον επικαλείται στον πόλεμο σαν βοηθό και μεγαλοδύναμο πρόμαχό του.

Θρυλήθηκε μετά από αυτή τη φοβερή μάχη και ότι την προηγούμενη κατά τα τέλη της νύχτας, ενώ όλοι στην απέραντη πρωτεύουσα περίμεναν εναγωνίως ειδήσεις από τα πεδία του πολέμου, μια παρθένα ευσεβής από τις αφιερωμένες στον Θεό, την ώρα που κοιμόταν στο κελί της, είδε να έρχεται η Υπεραγία Θεοτόκος με φωτοβόλα συνοδεία Αγίων.

Η βασίλισσα των ουρανών, απευθυνόμενη προς την απαστράπτουσα εκείνη συνοδεία, διέταξε να αναζητήσουν το μεγαλομάρτυρα στρατηλάτη. Ευθύς μόλις έγινε αυτό και ήρθε ο Άγιος με τη μορφή νεαρού στρατιώτη που φορούσε πανοπλία, η Θεοτόκος του απεύθυνε αυτές τις λέξεις “Ο αγαπητός σε μένα και σε σένα, Ιωάννης, Θεόδωρε, δίνει δυνατές και φοβερές μάχες με τους Ρώσους και αυτήν την ώρα πιέζεται πολύ. Τρέξε να τον βοηθήσεις όσο είναι ακόμα καιρός, γιατί αν δεν προφθάσεις, θα πέσει σε πολύ μεγάλο κίνδυνο”.

“Είμαι πρόθυμος να υπακούσω τις προσταγές Σου και τις προσταγές του Θεού” απάντησε ο Άγιος στην Παρθένο και αμέσως έγινε άφαντος. Την ώρα εκείνη το όνειρο έπαυσε και η καλόγρια ξύπνησε. Κανένας στην Κωνσταντινούπολη δεν αμφέβαλλε ότι ο Στρατηλάτης ειδοποιημένος έτσι από την Βασίλισσα των Ουρανών για τους κινδύνους στους οποίους ήταν εκτεθειμένος ο προστατευόμενος από αυτή βασιλιάς, έτρεξε την ίδια νύχτα για να τον βοηθήσει, περνώντας πάνω στα φτερά ανέμων το διάστημα από την Κωνσταντινούπολη στο Δορύστολο πάνω από τον Αίμο.

Αργότερα ο Τσιμισκής, για να ενισχυθεί η Πίστη του λαού σ’ αυτό το θαύμα, διέταξε να ανοικοδομηθεί από τα θεμέλια ο τότε κατερειπωμένος Ναός όπου φυλασσόταν το ιερό λείψανο του Καλλινίκου και Τροπαιοφόρου μάρτυρα, του Αγίου Θεοδώρου, στην Ευχάνεια, πόλη που βρισκόταν κοντά στην Κωνσταντινούπολη, μετονομάζοντας και την πόλη σε Θεοδωρούπολη και προικοδοτώντας τον ευλογημένο ναό με πολλά κτήματα και πλουσιότατες παροχές».

Δορύστολο (σήμερα Σιλίστρια)

Ως γνωστόν στο Δορύστολο το 971 μ.Χ. αναμετρήθηκε ο αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής με τον Σβιατοσλάβο, γιο της Μεγάλης Όλγας των Ρώσων. Ο Ρώσικος στρατός ηττήθηκε. Η νίκη εκείνη του Τσιμισκή ήταν καθοριστικής σημασίας καθώς:

Εκδιώχθηκαν οι Ρώσοι από τα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,

Καταλύθηκε το βουλγαρικό κράτος και προσαρτήθηκε στην αυτοκρατορία,

Το Βουλγαρικό Πατριαρχείο που είχε έδρα στο Δορύστολο διαλύθηκε και η Βουλγαρία πέρασε στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Λέγεται πως υπάρχει επίγραμμα του Τσιμισκή ευγνωμονών τον άγιο Θεόδωρο τον Στρατηλάτη: «Ρήτορ, στρατηγέ, μάρτυς ανδρείας τύπε, άγαλμα κάλλους, αρετών κράμα ξένου, σοι πάντα ταμά, σοι πνοήν, σοι τους λόγους, σοι χειρός άρσιν, σοι πορείαν, σοι στάσιν, Ιωάννης δίδωμι, συ δε τα πάντα μοι, φύλαξ, οδηγός, σύμμαχος γένοιο μοι…» (Γουσταύος Σλυμπερζέ).





ΠΗΓΗ: Ουρανία Πανταζίδου Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020

Ορεστιάδα, η πόλη που δημιουργήθηκε αποκλειστικά από πρόσφυγες το 1923


Τα δραματικά γεγονότα της μικρασιατικής καταστροφής, τον Αύγουστο του 1922 είναι λίγο ως πολύ γνωστά σε όλους.

Ωστόσο, τα γεγονότα που συνέβησαν από τον Οκτώβριο του 1922 με την εγκατάλειψη και εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, ως το 1923, δεν είναι πολύ γνωστά στους Έλληνες.

Πράγματι, η Μικρασιατική καταστροφή του 1922 έφερε και στη Θράκη μεγάλες ανακατατάξεις και εκτοπίσεις πληθυσμών.

Οι Δυτικές Δυνάμεις έδωσαν την Ανατολική Θράκη στην (νικηφόρο) Τουρκία, μετά την ήττα της Ελλάδας στη Μικρά Ασία, και ο ελληνικός στρατός υποχρεώθηκε να την εγκαταλείψει μέσα σε 15 μέρες.
Ως σύνορο μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας ορίστηκε αρχικά ο ποταμός Έβρος. Έτσι η Αδριανούπολη ανήκε πλέον στους Τούρκους, το Καραγάτς όμως στη δυτική όχθη του Έβρου όπου ήταν και ο σιδηροδρομικός σταθμός της Αδριανούπολης, παρέμενε στην Ελλάδα. Σε εκείνο το χρονικό σημείο και για ένα εξάμηνο περίπου πολλοί από τους Έλληνες της Αδριανούπολης κατέφυγαν στο Καραγάτς με την ελπίδα πως κάτι θα άλλαζε και θα επέστρεφαν στον τόπο τους. Κατά το εξάμηνο εκείνο το Καραγάτς ονομάστηκε Ορεστιάδα εις ανάμνηση της περιπέτειας του μυθικού Ορέστη και οι οδοί του έλαβαν ελληνικές ονομασίες, οι ορθόδοξοι ναοί του λειτουργούσαν κανονικά και τα ελληνικά σχολειά του γέμισαν από ελληνόπουλα.
Οι διαβουλεύσεις, όμως, στη Λωζάνη συνεχίζονταν για την τελική υπογραφή της ομώνυμης συνθήκης και ο Ελευθέριος Βενιζέλος πληρεξούσιος εκπρόσωπος της ελληνικής πλευράς, προκειμένου να πετύχει μια γενικότερη ειρήνη, παραχωρεί στην Τουρκία και την τριγωνική περιοχή που ορίζεται από το προάστιο της Αδριανούπολης Καραγάτς και τα χωριά της Ντεμερντές και Μπόσνα.
Με την απόφαση αυτή ο Ελευθέριος Βενιζέλος απέφευγε την καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα προς την Τουρκία. Έτσι θυσιάστηκε η Ανατολική Θράκη για να επιτευχθεί η ειρήνη και να απαλλαχθεί η Ελλάδα από ένα καταστρεπτικό και ταπεινωτικό οικονομικό βάρος.
Μ' αυτόν τον τρόπο ολοκληρώθηκε η εγκατάλειψη της Αδριανούπολης, του Καραγάτς, πολλών άλλων χωριών ελληνικών -επί αιώνες- και ξεριζώθηκε ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός. Τη συμφωνία για την παραχώρηση του Καραγάτς την πληροφορήθηκαν οι κάτοικοί του προσωρινοί και μόνιμοι, Έλληνες στο σύνολό τους, το βράδυ της 27ης Μαΐου 1923.
Συνολικά, 250.000 γηγενείς Ελληνες και 150.000 στρατιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι ξεκίνησαν να εγκαταλείπουν την ανατολική Θράκη. Οκτώ χιλιάδες Τούρκοι αστυνομικοί εγκαταστάθηκαν στην περιοχή για να επιβλέψουν τη εκκένωση.
Οι ξεριζωμένοι, αφού πήραν μαζί τους όλες τις μνήμες τους αλλά ελάχιστα από τα περιουσιακά τους στοιχεία, άλλοι με άμαξες κι άλλοι με το τρένο κατέφθασαν 18 χιλιόμετρα νότια της Αδριανούπολης, σε μια ακατοίκητη αγροτική περιοχή. Οι Έλληνες κάτοικοι του Καραγάτς, μετά από προτροπή του μητροπολίτη τους, Πολυκάρπου, αποφάσισαν να κατοικήσουν όλοι μαζί σε μια περιοχή. Έστειλαν λοιπόν, μια επιτροπή να ερευνήσει τα μέρη που προτάθηκαν για τη νέα εγκατάστασή τους. Σαν προσφορότερη κρίθηκε η τοποθεσία «Κουμ-Τσιφλίκ», και έτσι, στις 12 Αυγούστου του 1923, έγιναν τα εγκαίνια της νέας πόλης, που ονομάστηκε Νέα Ορεστιάδα, για να τους θυμίζει την παλιά Ορεστιάδα (Καραγάτς).


Η περιοχή που επέλεξαν και ίδρυσαν, τη Νέα Ορεστιάδα απέχει μόλις 18 χιλιόμετρα από τη γενέτειρά τους και κατέχει μια μοναδικότητα στην ιστορία της ελληνικής προσφυγιάς: πρόκειται για μια απέραντη έκταση πεδιάδας από την οποία απουσίαζε κάθε ίχνος προηγούμενου οικισμού!
Το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ορεστιάδας, από τα καλύτερα στην Ελλάδα, περιέχει όλες τις μνήμες του ξεριζωμού χιλιάδων Ελλήνων και την εγκατάσταση στη νέα πόλη.





ΠΗΓΗ: iefimerida.gr



Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020

Τα γενέθλια της δραχμής και τα άλλα δυο νομίσματα που έχει αλλάξει η Ελλάδα


Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης επικρατούσε νομισματική αναρχία στον ελλαδικό χώρο. Οι συναλλαγές γίνονταν με οθωμανικά νομίσματα, όπως το γνωστό μας γρόσι, αλλά και με διάφορα ξένα νομίσματα (ισπανικό δίστηλο, τάλιρο της Μαρίας Θηρεσίας, χρυσό τσεκίνι Βενετίας κ.ά.).

Η ιδέα κοπής ελληνικού νομίσματος ερρίφθη κατά πρώτον το 1822. Στις 5 Μαρτίου ψηφίστηκε από το Βουλευτικό ο νόμος 6, με τον οποίο καθοριζόταν η κοπή αναμνηστικού αργυρού νομίσματος σε 80 κομμάτια, τα οποία θα περιέρχονταν στα μέλη της. Ένα μήνα αργότερα, με το νόμο 9 της 5ης Απριλίου, αποφασίστηκε να κοπούν νομίσματα για τις ανάγκες των συναλλαγών. Ο νόμος προέβλεπε τη συγκέντρωση του χρυσού και του αργύρου, που βρισκόταν σε μοναστήρια και εκκλησίες, καθώς και την απαγόρευση εξαγωγής χρυσού και αργύρου, όχι μόνο έξω από την επικράτεια, αλλά και από επαρχία σε επαρχία. Το σχέδιο, όμως, σύντομα εγκαταλείφθηκε λόγω εγγενών αδυναμιών.

Η συνεχιζόμενη, όμως, νομισματική ανωμαλία ανάγκασε τον πρώτο κυβερνήτη της ελεύθερης Ελλάδας, Ιωάννη Καποδίστρια, να επισπεύσει τη δημιουργία εθνικού νομίσματος. Πράγματι, στις 28 Ιουλίου 1828 η Δ’ Εθνοσυνέλευση του Άργους αποφάσισε να προτείνει στον Κυβερνήτη ως νομισματική μονάδα τον «φοίνικα», με υποδιαίρεση το λεπτό. Ελλείψει ρευστού και μηχανημάτων, ο Καποδίστριας συνήψε δάνειο 1,5 εκατομμυρίων ρουβλίων από τη Ρωσία και με τα χρήματα αυτά αγόρασε από τη Μάλτα μία μεταχειρισμένη νομισματοκοπική μηχανή, που εγκαταστάθηκε στην αυλή του σπιτιού του στην Αίγινα. Εκεί τυπώθηκαν τα πρώτα νομίσματα της ελεύθερης Ελλάδας, που ήταν ο αργυρός φοίνιξ και τα χάλκινα: δεκάλεπτο, πεντάλεπτο και μονόλεπτο. Το μέταλλο αποκτήθηκε από τις νηοπομπές του ελληνικού στόλου (άργυρος) και από τα τουρκικά κανόνια (χαλκός). Στις 17 Ιουνίου 1831 τυπώθηκε και το πρώτο χάρτινο χρήμα με απόφαση του Κυβερνήτη, χωρίς όμως επιτυχία.

Μετά την ενθρόνιση του Όθωνα το 1833 τα νομίσματα που είχαν εκδοθεί και κυκλοφορήσει επί Καποδίστρια αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία. Στις 8 Φεβρουαρίου εισήχθη νέα νομισματική μονάδα, η δραχμή (νόμισμα του αρχαίου ελληνικού κόσμου) αντί του φοίνικα. Με το ίδιο διάταγμα, τα νέα νομίσματα διαιρέθηκαν σε τρεις κατηγορίες: αργυρά, χρυσά και χάλκινα. Οι πρώτες δραχμές τυπώθηκαν στο Μόναχο και από το 1836 έως το 1858 τυπώνονταν στο Νομισματοκοπείο Αθηνών. Με το βασιλικό διάταγμα της 12ης Ιουλίου 1843 το αποκλειστικό δικαίωμα έκδοσης χαρτονομισμάτων δόθηκε στη νεοσυσταθείσα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία διατήρησε το προνόμιο αυτό έως το 1928, οπότε ιδρύθηκε η Τράπεζα της Ελλάδος.

Στις πρώτες μέρες της Κατοχής, οι κατακτητές έθεσαν σε κυκλοφορία παράλληλα με τη δραχμή, το Μάρκο Κατοχής, τη λιρέτα Κατοχής, τη μεσογειακή δραχμή, το βουλγαρικό λέβα και το αλβανικό φράγκο (29 Απριλίου 1941). Τα νομίσματα αυτά ήταν χωρίς αντίκρυσμα και γρήγορα αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία (18 Ιουλίου 1941).

Και φθάνουμε στην αυγή της νέας χιλιετίας, όταν ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης υποβάλλει αίτηση στα αρμόδια θεσμικά όργανα της ΕΕ για την ένταξη της χώρας στη ζώνη του Ευρώ (9 Μαρτίου 2000). Την Πρωτοχρονιά του 2002 μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα το ευρώ αντικαθιστά τη δραχμή ως νομισματική μονάδα του ελληνικού κράτους. Τα δύο νομίσματα παραμένουν σε παράλληλη κυκλοφορία έως τις 28 Φεβρουαρίου 2002, οπότε από την επομένη η δραχμή αποτελεί παρελθόν, ύστερα από 169 χρόνια κυκλοφορίας.




Πηγή: sansimera.gr